Δελφική

Δελφική
Δελφικός
Delphi
fem nom/voc sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Angelos Sikelianos — (griech. Άγγελος Σικελιανός; * 15. März 1884 in Lefkada; † 19. Juni 1951 in Athen) war ein griechischer Dichter. Inhaltsverzeichnis 1 …   Deutsch Wikipedia

  • Delphische Idee — Angelos Sikelianos Angelos Sikelianos (griech. Άγγελος Σικελιανός; * 15. März 1884 in Lefkada; † 19. Juni 1951 in Athen) war ein griechischer Dichter. Inhaltsverzeichnis 1 …   Deutsch Wikipedia

  • Sikelianos — Angelos Sikelianos Angelos Sikelianos (griech. Άγγελος Σικελιανός; * 15. März 1884 in Lefkada; † 19. Juni 1951 in Athen) war ein griechischer Dichter. Inhaltsverzeichnis 1 …   Deutsch Wikipedia

  • Τέμπη — I Κοιλάδα της βορειοανατολικής Θεσσαλίας. Σχηματίζεται στο σημείο, όπου ο Πηνειός ποταμός διασχίζει την περιοχή μεταξύ των βουνών Όλυμπου και Όσσας. Έχει μήκος 7 8 χλμ. και σε ένα σημείο είναι στενή, με πλάτος που δεν ξεπερνά τα 40 μ. Τα Τ. έχουν …   Dictionary of Greek

  • Международные Дельфийские игры (МДС) — У этого термина существуют и другие значения, см. Международные Дельфийские игры. Международные Дельфийские игры, проводимые Международным Дельфийским Советом, представляют собой конкурсы, фестивали, выставки и презентации в различных областях… …   Википедия

  • Дельфийские фестивали — Дельфийские фестивали  это праздники, связанные с возрождением Дельфийской идеи[1], с разнообразными художественными выступлениями, театрализованными представлениями, презентациями, выставками. Содержание 1 Экскурс в античную историю …   Википедия

  • δήλος — Μικρό (μέγιστο μήκος 6 χλμ., μέγιστο πλάτος 1,3 χλμ.) άγονο νησί, που βρίσκεται σχεδόν στο κέντρο των Κυκλάδων (6 μίλια από τη Μύκονο). Ο παράλιος ομώνυμος οικισμός (14 κάτ., υπάλληλοι της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας) υπάγεται διοικητικά στον δήμο… …   Dictionary of Greek

  • δελφικός — ή, ό (AM δελφικός, ή, όν) [Δελφοί] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στους Δελφούς ή προέρχεται από αυτούς («το δελφικό τον ιερέα», «χρησμόν δελφικόν», «δελφικῷ ξίφει») αρχ. το θηλ. ως ουσ. η δελφική ρωμαϊκό τραπέζι με τρία πόδια …   Dictionary of Greek

  • ισθμός — Στενή λωρίδα γης που ενώνει δύο ξηρές και χωρίζει δύο θάλασσες. Οι ι. δημιουργούνται από διάφορα αίτια: ηφαιστειακές, αιολικές ή ιζηματογενείς αποθέσεις, τεκτονικές μεταβολές του γήινου φλοιού, βραδυσεισμικές κινήσεις κ.ά. Στη σύγχρονη εποχή οι… …   Dictionary of Greek

  • μάχαιρα — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 250 μ., 235 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μονοφατσίου του νομού Ηρακλείου. Βρίσκεται στο νοτιοανατολικό τμήμα του νομού, ΝΑ του Ηρακλείου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αρκαλοχωρίου. * * * η (ΑM μάχαιρα) 1. όργανο με λαβή… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”